Λιγνάδης και Κουφοντίνας, αυτά είναι τα πρόσωπα της ημέρας. Με αυτά γεμίζουν τα δελτία ειδήσεων όλα τα κανάλια των τηλεοράσεων. Στο δεύτερο πλάνο η πανδημία και στο τρίτο το εθνικό. Και αναρωτιέσαι: «Ποιο είναι το μέγιστο θέμα που απασχολεί σήμερα την ελληνική κοινωνία, φυσικά και την κυβέρνηση; Εκτός από την πανδημία του κορωνοϊού, που είναι φαινόμενο παγκόσμιο, είναι οι αλαζονείες του Σουλτάνου Ερντογκάν, το εθνικό μας πρόβλημα. Με την υπόθεση Λιγνάδη ας ασχοληθεί η δικαιοσύνη και όχι οι αρχηγοί των κομμάτων με τις ταυρομαχίες τους στη Βουλή.
Ο Κουφοντίνας δεν είναι πολιτικός κρατούμενος. Είναι ένας εγκληματίας δολοφόνος, ο Χάρος έντεκα ψυχών. Μήπως πρέπει να του κάνουμε κι αέρα από πάνω;
Εν έτη 1994, που η Αλβανία υποστήριζε πως ήταν κράτος δικαίου, πως εδραίωνε τη δημοκρατία, δικάζει πέντε ελληνικής καταγωγής πολίτες, ηγετικά στελέχη μιας νόμιμης οργάνωσης, της Ομόνοιας, με θανατική ποινή. Αυτό έλεγε το κατηγορητήριο. Άλλο που άλλαξαν και ήρθαν αλλιώς τα πράγματα. Δεν σκότωσαν κανέναν οι κατηγορούμενοι. Ούτε βίασαν, ούτε κάνανε βίαιες πράξεις. Για τα δικαιώματα και τις ελευθέριες της μειονότητας και του ατόμου αγωνίζονταν. Στον εικοστό πρώτο αιώνα δολοφονούν εν ψυχρώ δύο παλικάρια διότι υπερασπίζονταν την μητρική ελληνική γλώσσα και το σύμβολο του έθνους τους, την ελληνική σημαία. Καταδικάζουν με 8,5 χρόνια τον Μόντη Κολίλα διότι έλαβε μέρος σε μια επετειακή εκδήλωση για τον αυτονομιακό αγώνα. Αυτές είναι πολιτικές διώξεις και όχι εγκληματικές.
Θέλει φυλακές της αρέσκειάς του ο Κουφοντίνας, με άδειες εξόδου από την φυλακή, να τον περιμένουν με λουλούδια τα «περιστέρια» της αριστεράς και της προόδου, λες και είναι σε παραθεριστικό κέντρο.
Ξανάρχομαι στους πέντε δικασθέντες πολίτες του 1994. Στην δεκάμηνη απομόνωσή μας, μόνον δύο φορές μας βγάλανε για αερισμό, όταν ο κανονισμός των φυλακών προβλέπει μια ώρα την ημέρα. Σε πέντε μήνες στα κελιά της απομόνωσης μόνον μια φορά κάναμε ντους με κρύο νερό. Ζαχαρόνερο και μια φέτα ψωμί το πρωί, η περίφημη «πουρέ» με τις άκοπες μελιτζάνες και ολόκληρα πράσα που είχαν πήξει μέσα στο πουρέ πατάτας και μερικά σπυριά ρύζι, από τον πόλεμο του Βιετνάμ, ήταν το καθημερινό συσσίτιο ή όπως τα περιγράφει ο αείμνηστος Παναγιώτης Μάρτος στο «Ημερολόγιο της κόλασης» «Στα πόδια μου πέρασε ο ποντικός που βγήκε από το μπακιρένιο καζάνι που ήταν στη γωνία του διαδρόμου. Ένα καζάνι κατάμαυρο απ' έξω κατακόκκινο, αγάνωτο από μέσα, με δυο χερούλια, το ένα δεμένο με χοντρό κατάμαυρο σύρμα και το άλλο έτοιμο να κοπεί. Ήταν κάτω από τη μέση με πουρέ –σούπα, που όλη τη νύχτα την ανακάτευαν τα ποντίκια που έβγαιναν από τις «λεγόμενες» τουαλέτες και τα ντουλάπια που ήταν στο τέλος του διαδρόμου. Την άλλη μέρα την ζέσταιναν και το μεσημέρι θα 'τρωγαν οι σύντροφοί μου, ο Ραμίζ, ο Σιμών, ο Μανούσι, ο Αρανίτ, τα πρώην μέλη του Πολιτικού Γραφείου και της Κυβέρνησης, οι μελλοθάνατοι, όλοι μας. Αυτό ήταν το ρεφρέν του 313 και του πρώτου Πρόεδρου της Αλβανικής Δημοκρατίας».
Τι θέλουν να δείξουν οι ταραξίες με τις πράξεις και της αθλιότητές τους; Πως λυπούνται τον Κουφοντίνα; Πως νοιάζονται για τη ζωή του; Ο Τάσος Ισαάκ και ο Σολωμόν Σολωμός στην Κύπρο, ο Αριστοτέλης Γκούμας και ο Κωσταντίνος Κατσίφας στην Βόρειο Ήπειρο… δεν είχαν ψυχή; Ή έπρεπε να ήταν δολοφόνοι για να τους μνημονεύουν; Όχι, αυτοί δεν ήταν εγκληματίες της 17 Νοέμβρη. Αυτοί ήταν υπερήφανοι που ήταν πραγματικοί Έλληνες, πατριώτες, αγωνιστές και δώσανε τη ζωή τους για το έθνος, για την ελευθερία, για την σωστή δημοκρατία.
Άλλα είναι τα κίνητρα των ταραξιών. Με σύνθημα τον Κουφοντίνα και κάθε Κουφοντίνα, καίνε, καταστρέφουν τις περιουσίες των απλών πολιτών. Βεβηλώνουν την δημοκρατία και δυσφημίζουν τη χώρα τους. Άλλοι κρύβονται πίσω τους και τους υποκινούν. Σίγουρα αυτοί που κάνουν τις ταυρομαχίες στην Ελληνική Βουλή.
Βαγγέλης Παπαχρήστος /sfeva.gr