Η τριανταπεντάχρονη διπλωματική καριέρα του Θεμιστοκλή Χρυσανθόπουλου, του Έλληνα διπλωμάτη, που από τη θέση του ακολούθου παρέλαβε το 1947 από τους Βρετανούς τα Δωδεκάνησα, ξεκινώντας τις διαδικασίες για την ενσωμάτωσή τους στη μητέρα Ελλάδα, παρουσιάζεται στις σελίδες του ημερολογίου του -εν είδει βιβλίου- που κυκλοφόρησε πρόσφατα από το Ελληνικό Ίδρυμα Ιστορικών Μελετών (ΙΔΙΣΜΕ).
Στο βιβλίο, με τίτλο «Στους δαιδάλους της ελληνικής διπλωματίας- Υπουργείο Εξωτερικών 1945-1980», που επιμελήθηκε η Ειρήνη Σαρίογλου, επίκουρη καθηγήτρια του τμήματος Νεοελληνικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης, ο Θεμιστοκλής Χρυσανθόπουλος καταγράφει μια σημαντική περίοδο της νεότερης ελληνικής ιστορίας, όχι όμως από τη θέση του ιστορικού αλλά του «πρωταγωνιστή» των γεγονότων, ο οποίος έζησε σημαντικές στιγμές που καθόρισαν την ελληνική εσωτερική και εξωτερική πολιτική σε πολλά ζητήματα.
Άνθρωποι που τον γνώρισαν από κοντά, συνεργάστηκαν μαζί του, αλλά και ο γιος του, ο πρέσβης ε.τ. Λεωνίδας Χρυσανθόπουλος, ο οποίος μάλιστα υπηρέτησε μαζί με τον πατέρα του σε κάποιες φάσεις της διπλωματικής του καριέρας, συγκεντρώθηκαν στην αίθουσα «Γιάννος Κρανιδιώτης» του υπουργείου Εξωτερικών για την πρώτη επίσημη παρουσίαση του βιβλίου- ένας ελάχιστος φόρος τιμής στον άνθρωπο και διπλωμάτη.
Οι δυο σημαντικότεροι σταθμοί της καριέρας τους
Η τοποθέτηση του Θεμιστοκλή Χρυσανθόπουλου στη Ρόδο από το υπουργείο Εξωτερικών ενόψει της ενσωμάτωσης των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα το 1947 είναι μια θέση που ο ίδιος θεωρούσε ως τη σημαντικότερη απ' όλες στη μακρόχρονη σταδιοδρομία του. Κι αυτό επειδή, όπως γίνεται αντιληπτό από τις σελίδες του ημερολογίου, η μετάβαση από τη βρετανική κυριαρχία στην ελληνική διοίκηση μόνο εύκολη και απλή δεν ήταν.
Μια άλλη εξίσου σημαντική αποστολή για τον ίδιο ήταν η τοποθέτησή του, την 1η Νοεμβρίου 1961, στην Κωνσταντινούπολη. Ο Θεμιστοκλής Χρυσανθόπουλος αναλαμβάνει γενικός πρόξενος της Ελλάδας σε μια δύσκολη χρονική συγκυρία, αφού οι σχέσεις Αθήνας και Άγκυρας ήταν τεταμένες μετά την Τριμερή Διάσκεψη του Λονδίνου και τα θλιβερά γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1955. Στην Κωνσταντινούπολη είδε τον ελληνισμό να συρρικνώνεται. Βίωσε από κοντά την έναρξη των απελάσεων των Ελλήνων, έζησε τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς τους και μέσα από τις καταγραφές του δεν κρύβει τη λύπη και την πικρία του.
Η στενή σχέση και η συνεχής επικοινωνία που είχε αναπτύξει με τον αείμνηστο Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, μέχρι τον θάνατο του τελευταίου το 1972, μαρτυρούν τον ιδιαίτερο σεβασμό που έτρεφε για το θεσμό του οικουμενικού θρόνου. Οι ομολογουμένως επιβαρυμένες συναισθηματικά στιγμές που έζησε στην Κωνσταντινούπολη, λόγω των δύσκολων καταστάσεων που κλήθηκε να αντιμετωπίσει δεν τον εμπόδισαν στο διάστημα της εκεί θητείας του να εργαστεί σκληρά και μεθοδικά για την αναδιοργάνωση της προξενικής αρχής, προσφέροντας σημαντικές υπηρεσίες στον ελληνορθόδοξο ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης.
Στην εκδήλωση μίλησαν -μεταξύ άλλων- ο πρέσβης ε.τ. Αριστείδης Αγαθοκλής, ο οποίος αναφέρθηκε στις εμπειρίες του από τα χρόνια που υπηρετούσαν μαζί στην ελληνική πρεσβεία στην Οττάβα, όπως και ο πρέσβης ε.τ. Γιώργος Βέης, ο οποίος ανέσυρε από τη μνήμη του τις στιγμές που ο Θεμιστοκλής Χρυσανθόπουλος δίδασκε σε νέους διπλωμάτες. Η πρώην προϊσταμένη της υπηρεσίας του ιστορικού και διπλωματικού αρχείου του ΥΠΕΞ Φωτεινή Τομαή σκιαγράφησε την προσωπικότητα και το έργο του μέσα από μια σειρά ενεργειών από όλες τις θέσεις απ' όπου υπηρέτησε την Ελλάδα, ενώ ο δημοσιογράφος Γιάννης Μανδαλίδης, Κωνσταντινουπολίτης στην καταγωγή, αναφέρθηκε στο σημαντικό έργο της αναδιάρθρωσης και αναδιαμόρφωσης του προξενείου στην Κωνσταντινούπολη κατά τη θητεία του Θεμιστοκλή Χρυσανθόπουλου.
Β. Λωλίδη / ΑΠΕ-ΜΠΕ