Η Παγκόσμια Τράπεζα συνιστά τη λήψη ριζικών μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της διαφάνειας στη διαχείριση του δημόσιου χρέους, ειδικά στις αναπτυσσόμενες χώρες με μεσαίο-υψηλό εισόδημα, όπως η Αλβανία. Στην πρόσφατη έκθεσή της με τίτλο «Radical Debt Transparency», η Τράπεζα επισημαίνει ότι σε πολλές από αυτές τις χώρες καταγράφεται έλλειψη διαφάνειας σε κρίσιμα σημεία του δανεισμού, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο δημιουργίας «κρυφών» ή κακοδιαχειριζόμενων χρεών.
Η έκθεση προτείνει συγκεκριμένα μέτρα, όπως η ψήφιση νομοθεσίας που να καθιστά υποχρεωτική τη λεπτομερή δημοσιοποίηση όλων των κρατικών δανείων, μαζί με τους όρους των συμβάσεων και τα ενδεχόμενα εχέγγυα (collateral). Ειδική αναφορά γίνεται στην ανάγκη να οριστεί με σαφήνεια το τι συνιστά δημόσιο χρέος, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, συμπεριλαμβάνοντας τις υποχρεώσεις κρατικών επιχειρήσεων, τα δάνεια των τοπικών αρχών και τις εγγυήσεις που παρέχονται.
Στην ίδια κατεύθυνση, η Παγκόσμια Τράπεζα ζητεί τον περιορισμό των ρητρών εμπιστευτικότητας και την απαγόρευση συμφωνιών που απαιτούν πλήρη μυστικότητα, ενώ υπογραμμίζει ότι πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος του Κοινοβουλίου και του Ανώτατου Ελεγκτικού Ιδρύματος στον έλεγχο της στρατηγικής χρέους, στην έγκριση νέων δανείων και στον τακτικό έλεγχο των υφιστάμενων συμβάσεων.
Σημαντικό σημείο των συστάσεων αποτελεί και η τακτική διενέργεια ανεξάρτητων ελέγχων σε δάνεια υψηλού κινδύνου, όπως εκείνα που σχετίζονται με φυσικούς πόρους ή μεγάλα έργα υποδομών. Σε περίπτωση αναδιάρθρωσης χρέους, οι νέοι όροι πρέπει να δημοσιοποιούνται πλήρως και να αποφεύγονται επιλεκτικές συμφωνίες.
Η έκθεση ζητά από τις χώρες της κατηγορίας στην οποία ανήκει και η Αλβανία να δημοσιεύουν κάθε νέα δανειακή σύμβαση σε τυποποιημένη μορφή με τους βασικούς χρηματοοικονομικούς όρους, αλλά και να δημιουργήσουν έναν επίσημο διαδικτυακό ιστότοπο για το δημόσιο χρέος, όπου θα παρουσιάζονται οι κύριες συμβάσεις, τακτικές αναλύσεις, προγραμματισμοί δανεισμού και αξιολογήσεις κινδύνων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2024 το δημόσιο χρέος της Αλβανίας διαμορφώθηκε στο 54,74% του ΑΕΠ, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2008, μειωμένο κατά 2,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2023. Ωστόσο, η μείωση αυτή δεν ήταν αποτέλεσμα στοχευμένου σχεδίου, αλλά προήλθε από την αδυναμία εκτέλεσης προγραμματισμένων δημοσίων δαπανών, οδηγώντας σε αναγκαστικό δημοσιονομικό περιορισμό. Παράλληλα, αρκετές υποχρεώσεις από δημόσιες επιχειρήσεις και άλλες πηγές δεν περιλαμβάνονται στους επίσημους δείκτες του δημόσιου χρέους, γεγονός που ενισχύει την ανάγκη για άμεση εφαρμογή των συστάσεων της Παγκόσμιας Τράπεζας.