Ο κίνδυνος από την ένταση μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου και η κατάσταση στη Βοσνία
Η ένταση που προξενήθηκε τις προηγούμενες ημέρες στο βόρειο Κόσοβο, παρά την ταχεία και πυροσβεστική επέμβαση των δυτικών δυνάμεων, αποτελεί ένα παράδειγμα της εξέλιξης την οποία είναι δυνατόν να λάβει ένα από τα πολλαπλά ανεπίλυτα και πολλαπλά μέτωπα των Δυτικών Βαλκανίων.
Κατά ορισμένους αναλυτές η κρίση εδράζεται σε σημαντικό βαθμό στην προσπάθεια του προέδρου της Σερβίας Αλεξάνταρ Βούτσιτς αλλά και των Αρχών του Κοσόβου να υπενθυμίσουν ότι οι διαφορές ανάμεσα στο Βελιγράδι και στη (διεθνώς μερικώς αναγνωρισμένη) οντότητα που εκπροσωπεί η Πρίστινα απέχουν πολύ από το να επιλυθούν προς οποιαδήποτε κατεύθυνση.
Η ρωσική παρέμβαση στο Βελιγράδι παρουσιάζεται συχνά από τα δυτικά ΜΜΕ ως βαρύνουσα, ωστόσο η οικονομική πραγματικότητα υποδηλώνει πως ο διεθνής παράγοντας με τη μεγαλύτερη επιρροή στη σερβική πρωτεύουσα είναι το Πεκίνο, το οποίο ακολουθεί πολύ διαφορετική τακτική. Η Αθήνα με διάφορους τρόπους έχει επιχειρήσει να βοηθήσει τις δύο πλευρές στην προσπάθεια που κάνουν να συνεννοηθούν, αναβαθμίζοντας την ίδια στιγμή τη συνεργασία της με το Κόσοβο.
Βέβαια, οι παροικούντες τη διπλωματική Ιερουσαλήμ γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι σχέσεις της Αθήνας με την Πρίστινα περνούν μέσα από τα Τίρανα και τις ελληνοαλβανικές διαφορές, με προεξάρχουσα –για την ελληνική πλευρά– την προστασία της εθνικής μειονότητας και την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών.
Η έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Αλβανίας με την Ε.Ε. θα δώσει περιθώριο για την επίλυση των διμερών διαφορών, ενώ θετική θεωρείται και η προ ολίγων ημερών ορκωμοσία του νέου προέδρου της Αλβανίας Μπαϊράμ Μπεγκάι, καθώς ένα από σταθερά επιχειρήματα της αλβανικής κυβέρνησης και του πρωθυπουργού Εντι Ράμα ήταν ότι ο προκάτοχός του Ιλίρ Μέτα αρνιόταν πεισματικά οποιαδήποτε οριοθέτηση ΑΟΖ με την Ελλάδα, στάση που άλλωστε έκανε τακτικά γνωστή μέσω συνεντεύξεών του σε τουρκικές εφημερίδες, ακόμα και την παραμονή της αποχώρησής του.
Η Αθήνα με διάφορους τρόπους έχει επιχειρήσει να βοηθήσει τις δύο πλευρές στην προσπάθεια που κάνουν να συνεννοηθούν, αναβαθμίζοντας την ίδια στιγμή τη συνεργασία της με το Κόσοβο.
Τα «success stories» των Δυτικών Βαλκανίων περιορίζονται στη Βόρεια Μακεδονία, η οποία, μετά την επίλυση της ονοματολογικής διαφοράς με την Ελλάδα διά της συμφωνίας των Πρεσπών, ομαλοποιεί τις σχέσεις της και με τη Βουλγαρία, γεγονός το οποίο άνοιξε πριν από λίγες ημέρες τον δρόμο για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε., μάλιστα με την κοινοβουλευτική κύρωση της συμφωνίας ανάμεσα στα Σκόπια και στη Σόφια.
Η ερμηνεία της πρόσφατης κρίσης στα διοικητικά σύνορα Σερβίας – Κοσόβου ως ενδεικτικής των κινδύνων διάχυσης της σύγκρουσης Ρωσίας – Ουκρανίας δι' αντιπροσώπων στα Βαλκάνια είναι μάλλον παρακινδυνευμένη. Αντιθέτως η κατάσταση στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη υπενθυμίζει ότι ο κίνδυνος παραμένει υπαρκτός. Οι συμφωνίες του Ντέιτον (1995) έχουν ξεπεραστεί από τις εξελίξεις, καθώς το ομοσπονδιακό σχήμα δεν έχει λειτουργήσει, με τις οντότητες που συνθέτουν το κράτος της Βοσνίας να κρατούν την αυτονομία τους.
Η μία από αυτές, η Σερβική Δημοκρατία, έχει αποδεδειγμένα πολύ στενές σχέσεις με τη Μόσχα, καθώς υπάρχει εδραία η πεποίθηση ότι η Ρωσία αποτελεί τη μόνη δύναμη που υπερασπίζεται τα δικαιώματα των Σέρβων. Σε αυτό το πλαίσιο πολυετούς αδράνειας, οι κλήσεις για προώθηση της ένταξης της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης στην Ε.Ε. μοιάζουν περισσότερο με ευχολόγιο παρά με πραγματική προοπτική.
Βασίλης Νέδος / kathimerini.gr