Άνω Δρόπολη
Γράφει Βασίλης Νιτσιάκος*
«Άστε μας καρβουνιαραίοι να σκοτώσουμε το μπέη»
Πριονάδες, κυρατζήδες στη Σωτήρα, καρβουνιάρηδες στο Λόγγο,
φουρνάρηδες στην Κοσοβίτσα
Τους μάζωξαν κοπερατίβα και τους απόκαμαν.
Το μπέη τους εσκότωσαν. Μα τώρα
Ποιος σκοτώνει το τίποτα…
Μπουλιαράτι
1. Ο πέτος του Πατροκοσμά ακόμα να λαλήσει κι ας σώσαν κείνα τα βουνά
τα βλογημένα κόσμο. Πάρθηκαν όλοι με φλουριά και γυρισμό δε βλέπουν.
Για την πατρίδα διάβηκαν και ξενιτιά τους βγήκε.
2. Λιθάρια κόρπια και ξερολιθιές σωροί οι αμαρτίες.
κι ο πόνος έρθε κι έπνιξε κατώια κι οβορούς αντάμα.
Τακάτι δεν απόμεινε, μόνο να αγναντεύουν.
3. Έπεσαν, τα γκρεμίσαμαν, στρατώνες, σκοπευτήρια
κι άρχεψαν και ματάρχονται στον τόπο τα Βακούφια.
Βαλανιδιές κυπάρισσα που τα 'σωσε η κατάρα
έρθαν και θέριεψαν ξανά και μολογάν και κρένουν:
"Σας βλέπαμαν, μας βλέπαταν
Η γνώμη τάχα πού ήταν;"
(Από την ποιητική μου συλλογή ΑΠΕΚΕΙ,Πλεθρον, Αθήνα, 1997)
*O Βασίλης Νιτσιάκος είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων