Σύμφωνα με την οικονομική Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας για τα Δυτικά Βαλκάνια, για το φθινόπωρο 2023, η αλβανική οικονομία αναμένεται να έχει θετικές επιδόσεις κατά το τρέχον έτος, καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση στα ΔΒ, μετά το Μαυροβούνιο. Συνολικά η οικονομική ανάπτυξη στις 6 χώρες των Δυτικών Βαλκανίων εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 2,5% κατά το 2023 και θα φτάσει το 3% εντός των επόμενων τριών ετών.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η οικονομική ανάπτυξη της Αλβανίας επηρεάζεται άμεσα από τον τουρισμό και τις άμεσες ξένες επενδύσεις. Μετά από μια ισχυρή ανάκαμψη το 2022, η αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται να παραμείνει πάνω από τον ιστορικό μέσο όρο (ήδη 2,7% για το 1ο τρίμηνο 2023). Η αγορά εργασίας έχει σημειώσει βελτίωση, με αύξηση της απασχόλησης (2,7% για το 2ο τρίμηνο 2023) και επιβράδυνση της αύξησης των πραγματικών μισθών. Ο πληθωρισμός κατά το 2023 έχει σταθερά πτωτική τάση (4% τον Αύγουστο 2023), αλλά οι πιέσεις από την εγχώρια ζήτηση παραμένουν υψηλές.
Επιπρόσθετα, η δημοσιονομική κατάσταση της κυβέρνησης βελτιώθηκε το πρώτο εξάμηνο του 2023, καταγράφοντας υψηλό πλεόνασμα λόγω της αύξησης εσόδων και των χαμηλότερων δαπανών. Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών συνέχισε να βαίνει μειούμενο μετά την έντονη αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών (κατά 38%), εκ των οποίων ο τουρισμός σημείωσε ανάπτυξη 52% και τα εμβάσματα κατά 16%.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, για την αλβανική οικονομία, η αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να μετριαστεί στο 3,6% το 2023, στο πλαίσιο των στενών διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών και της περιορισμένης οικονομικής ανάπτυξης στην Ευρώπη. Το πρωτογενές ισοζύγιο προβλέπεται να φτάσει στο 0,1% του ΑΕΠ το 2023. Τέλος, περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας αποτελούν βασικό κίνδυνο για την ανάπτυξη, καθώς θα μπορούσαν να επηρεάσουν το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα, να επιβραδύνουν τη μείωση της φτώχειας και ενδεχομένως να περιορίσουν το δημοσιονομικό χώρο.
Οι εγχώριοι κίνδυνοι προέρχονται από φυσικές καταστροφές, την αδιαφάνεια στις συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα και τις κρατικές επιχειρήσεις, επιπλέον των δημοσιονομικών κινδύνων που προέρχονται από τον ενεργειακό τομέα της χώρας καθώς στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην υδροηλεκτρική ενέργεια και άρα επηρεάζεται από τις κλιματικές συνθήκες.