Η Διεθνής Επιτροπή Εθνολογικής Έρευνας (Δ.Ε.Ε.Ε), που συστάθηκε από την Πρεσβευτική Διάσκεψη του Λονδίνου (8 Αυγούστου 1913), αφού περάτωσε τις εργασίες της στον Βορειοηπειρωτικό χώρο, μετέβη, μέσω των Αγίων Σαράντα στην Ιταλία για να αποτελειώσει το απάνθρωπο έργο της με τον σφαγιασμό της Βορείου Ηπείρου και την υπαγωγή της στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος. Κρίνουμε απαραίτητο να σκιαγραφήσουμε την εικόνα των μελών της Διεθνούς Επιτροπής που έγιναν πρόξενοι μεγάλης συμφοράς και αδικίας εις βάρος των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου, όπως τους παρουσίασε ο Γάλλος δημοσιογράφος Ε. D. Jessen, o οποίος παρακολούθησε από κοντά τις εργασίες της, από την αρχή μέχρι το τέλος:
1) Ο Άγγλος αντιπρόσωπος Dongihty Wyiee, Πρόεδρος της Επιτροπής ήταν άνθρωπος ευγενικός και προσηνής. Αντιλήφθηκε το δράμα του Βορειοηπειρωτικού λαού και επέδειξε κατανόηση. Πολλές φορές αντιτάχτηκε στις αυθαιρεσίες των Ιταλών και Αυστριακών αντιπροσώπων, οι οποίοι μεροληπτούσαν υπέρ των αλβανικών συμφερόντων. Όμως, υπάκουε στις οδηγίες και εντολές της Κυβέρνησής του και υποχωρούσε.
2) Ο Γάλλος αντιπρόσωπος συνταγματάρχης Selleman, παρότι ήταν άριστος στρατιωτικός, πολλές φορές παρασυρόταν από τον Αυστριακό αντιπρόσωπο.
3) Ο Ρώσος αντιπρόσωπος, συνταγματάρχης, στρατιωτικός ακόλουθος της Ρωσικής Πρεσβείας στην Αθήνα, ακολουθούσε τις θέσεις του Γάλλου αντιπροσώπου.
4) Ο Ιταλός αντιπρόσωπος Labia, υπήρξε Πρόξενος στην Πρέβεζα. Ήταν γνώστης των ηπειρωτικών πραγμάτων και διέκειτο εχθρικά προς την Ελλάδα.
5) Ο Αυστριακός αντιπρόσωπος Billinky, Πρόξενος της Αυστρίας στα Γιάννινα, επηρέαζε όλους τους αντιπροσώπους λόγω των διπλωματικών του ικανοτήτων. Ήταν χειρότερος και από τους Ιταλούς.
6) Ο Γερμανός αντιπρόσωπος, αντισυνταγματάρχης, ξεπερνούσε ακόμη και τους Ιταλούς και τους Αυστριακούς για το μίσος του εναντίον της Ελλάδας.
Αυτοί ήταν οι αντιπρόσωποι της Διεθνούς Επιτροπής. Όλους τους επηρέαζαν και τους παρέσυραν οι Ιταλοί και Αυστριακοί αντιπρόσωποι. Πολλές φορές, αν και γνώριζαν τις λανθασμένες απόψεις τους, παρασύρονταν από τα διπλωματικά επιχειρήματα των Labia και Bissinky και υποχωρούσαν. Στις 17 Δεκεμβρίου 1913 διαπράχτηκε εις βάρος του Ελληνικού στοιχείου της Βορείου Ηπείρου το πιο ειδεχθές και αποτρόπαιο έγκλημα. Η Δ.Ε., οδηγημένη από πολιτικές σκοπιμότητες, εξυπηρετούσε τα ανομολόγητα συμφέροντα των λεγομένων ισχυρών της Γης, τεμάχισαν τηνΉπειρο και καταδίκασαν το Βόρειο τμήμα της. Με την χάραξη των ελληνοαλβανικών συνόρων παρέδωσαν την Βόρειο Ήπειρο, κομμάτι αναπόσπαστο της Ηπείρου στο αλβανικό κράτος.
Αυτό είναι το επονείδιστο πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (17-12-1913), σύμφωνα με το οποίο τα ελληνοαλβανικά σύνορα αρχίζουν από τον Καζά Κορυτσάς, συναντιόνται στο Γράμμο και κατευθύνονται προς νότο. Περνούν από τον Σαραντάπορο και ακολουθούν την κοίτη του ποταμού μέχρι της εκβολής του στον Αώο ποταμό. Διέρχονται ανάμεσα από τα χωριά Διπαλίτσα και Μεσαριά και κατευθύνονται βόρεια από το χωριό Δρυμάδες Πωγωνίου. Περνούν από το χωριό Επισκοπή, απέναντι από το χωριό της Δερόπολης και αφήνοντας το Αργυροχώρι Πωγωνίου. Περνούν από το χωριό Επισκοπή, απέναντι από τα χωριά της Δερόπολης, αφήνοντας το Αργυροχώρι Πωγωνίου στην ελληνική επικράτεια, κατεβαίνουν στην κοιλάδα του Δρίνου ποταμού και ανεβαίνουν στο χωριό Κακαβιά, το οποίο μένει στην Αλβανία.
Ακολουθούν το χωρισμό των νερών του Δρίνου και συναντούν τα βουνά Μουργκάνα και Στουγάρα και κατευθύνονται προς την Κονίσπολη, φτάνοντας στο ακρωτήρι Στύλος, απέναντι από την Κέρκυρα.
Η οργή και η αγανάκτηση για την κατάφωρη αδικία μετά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Φλωρεντίας υπήρξε συγκλονιστική. Η απόφαση δεν είχε καμία σχέση με την απονομή της δικαιοσύνης, ούτε και με τον στοιχειώδη ανθρωπισμό. Πολλοί ξένοι δημοσιογράφοι που παρακολουθούσαν από κοντά τα γεγονότα και οι οποίοι είχαν ερευνήσει επί τόπου το ζήτημα και είχαν πειστεί για την ελληνικότητα της περιοχής, με ανταποκρίσεις στις εφημερίδες τους καταδίκαζαν την απόφαση. Ο διαπρεπής Άγγλος δημοσιογράφος Μαρρεϋ, γνώστης του θέματος, σχολιάζοντας την απόφαση, έγραφε ότι ήταν τόσο σκληρή, ωσάν η Ελλάδα να είχε υποστεί την πιο βαριά ήττα και καταστροφή σε κάποιον ατυχή πόλεμο.
Ο ανταποκριτής του «Χρόνου», των Παρισίων Ρενέ Πνώ στο βιβλίο του «Η δυστυχισμένη Ήπειρος» γράφει ότι διεπράχθη ανοσιούργημα εις βάρος του Ηπειρωτικού λαού, παραχωρώντας μέρος της Ηπείρου, που κατοικείται από αμιγείς ελληνικούς πληθυσμούς, στο νεοϊδρυθέν αλβανικό κράτος παραδίνοντάς τους στην «τυραννία των Αλβανών Μπέηδων».
Το έγκλημα διαπράχτηκε. Η Ιταλία και η Αυστρία πέτυχαν τον σκοπό τους, που δεν ήταν άλλος από το να δημιουργήσουν ένα νέο καρκίνωμα στη Βαλκανική. Η Ελληνική κυβέρνηση αναγκάστηκε να πειθαρχήσει στις αποφάσεις των τότε Μεγάλων Δυνάμεων.
Ο λαός της Ηπείρου, με το λαμπρό και ένδοξο παρελθόν, απάντησε με επανάσταση. Στο Αργυρόκαστρο ανακηρύχτηκε (17-2-1914) η «Αυτόνομη Πολιτεία της Ηπείρου» με προσωρινό Πρόεδρο τον Γεώργιο Χρηστάκη Ζωγράφο, πρώην υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδος και Διοικητή της Ηπείρου. Καταργήθηκε στην πράξη το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας και ανάγκασε τους δυνατούς της Γης και τους Αλβανούς να υποχωρήσουν και να αναγνωρίσουν την ελληνικότητα των Βορειοηπειρωτικών περιοχών υπογράφοντας το «Πρωτόκολλο της Κέρκυρας» (17 Μαΐου 1914), σύμφωνα με το οποίο οι Επαρχίες Κορυτσάς και Αργυροκάστρου κηρύσσονταν αυτόνομες. Αναγνωρίζονταν ο ελληνικός χαρακτήρας του βορειοηπειρωτικού χώρου, ο οποίος διατηρούσε δική του χωροφυλακή και επίσημη γλώσσα θα είχε την ελληνική.
Νίκος Υφαντής / Πρωινος Λογος