Τηλεφωνική επικοινωνία είχαν σήμερα το απόγευμα οι πρόεδροι Τουρκίας και ΗΠΑ. Ερντογάν και Μπάιντεν συζήτησαν για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και για διμερή θέματα, σύμφωνα με την ενημέρωση από την τουρκική προεδρία.
Ο Ταγίπ Ερντογάν είπε στον αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν πως ο ρόλος της Τουρκίας στην προσπάθεια να συνεχιστεί ο διάλογος μεταξύ Μόσχας και Κιέβου είναι σημαντικός, προκειμένου να αποτραπεί η κλιμάκωση της κρίσης. Υπογράμμισε πως η τριμερής συνάντηση Λαβρόφ-Κουλέμπα-Τσαβούσογλου στην Αττάλεια, λίγες ώρες νωρίτερα, ήταν μία διπλωματική επιτυχία.
Ο Μπάιντεν χαιρέτισε τις προσπάθειες της Τουρκίας να στηρίξει τη διπλωματική επίλυση της κρίσης. Στη διάρκεια της τηλεφωνικής επικοινωνίας τους, που διήρκεσε περίπου μία ώρα, οι δύο ηγέτες εξέφρασαν την ανησυχία τους για τη συνεχιζόμενη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και επαναβεβαίωσαν την υποστήριξή τους στο Κίεβο, σύμφωνα με την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου.
Όπως αναφέρει η ανακοίνωση που εκδόθηκε από το γραφείο του Ερντογάν, ο τούρκος πρόεδρος τόνισε στον αμερικανό ομόλογο του πως έχει έρθει η ώρα να αρθούν όλες οι «άδικες» κυρώσεις σε βάρος της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας. Συμπλήρωσε ότι η Τουρκία επιθυμεί να αγοράσει 40 νέα μαχητικά αεροσκάφη F-16 και να εκσυγχρονίσει αυτά που έχει ήδη, το συντομότερο δυνατόν.
Η Άγκυρα σχεδίαζε αρχικά να αποκτήσει περισσότερα από 100 μαχητικά F-35, που κατασκευάζει η Lockheed Martin, αλλά οι ΗΠΑ απέκλεισαν την Τουρκία από το πρόγραμμα το 2019 αφότου απέκτησε τα ρωσικά αντιπυραυλικά συστήματα S-400. Η Τουρκία χαρακτήρισε άδικη την απόφαση και αξίωσε αποζημίωση για την πληρωμή 1,4 δισ. δολαρίων.
Πριν από μερικούς μήνες είχε γίνει γνωστό ότι η Άγκυρα υπέβαλε αίτημα στην Ουάσινγκτον για την αγορά 40 αεροσκαφών F-16 και εξοπλισμού για τον εκσυγχρονισμό του στόλου των μαχητικών της. Η απόκτηση των ρωσικών S-400 έφερε επίσης αμερικανικές κυρώσεις στην Τουρκία. Τον Δεκέμβριο του 2020 η Ουάσινγκτον έβαλε στη μαύρη λίστα τη Διεύθυνση Αμυντικής Βιομηχανίας της Τουρκίας, τον επικεφαλής της Ισμαήλ Ντεμίρ και άλλους τρεις αξιωματούχους.
Η επί δεκαετίες συνεργασία μεταξύ των δύο συμμάχων στο ΝΑΤΟ κλονίστηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια εξαιτίας των διαφωνιών για τη Συρία, των στενών δεσμών της Άγκυρας με τη Μόσχα, των αμερικανικών κατηγοριών σε βάρος της τουρκικής τράπεζας Halkbank και των αποκαλύψεων για καταπάτηση δικαιωμάτων και ελευθεριών στην Τουρκία.
Η Ουάσινγκτον έχει επανειλημμένως προειδοποιήσει την Τουρκία να μην αγοράσει άλλα ρωσικά οπλικά συστήματα. Από την πλευρά της η Άγκυρα έχει δηλώσει πως σκοπεύει να προχωρήσει στην αγορά μιας δεύτερης παρτίδας S-400 από τη Ρωσία, κάτι που θα μπορούσε να επιδεινώσει την διπλωματική ρήξη με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το τουρκικό αίτημα για την αγορά μαχητικών αεροσκαφών εκτιμάται πως δύσκολα θα εγκριθεί από το αμερικανικό Κογκρέσο, που δεν τρέφει και τα καλύτερα αισθήματα για την Τουρκία τα τελευταία χρόνια. Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι βουλευτές προέτρεψαν τον Μπάιντεν τον Οκτώβριο να μην πουλήσει μαχητικά αεροσκάφη F-16 στην Τουρκία, εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι το Κογκρέσο θα μπλόκαρε τη συμφωνία.
ΑΠΕ-ΜΠΕ