Είναι η τέταρτη χρονιά, μετά την μεταπολίτευση στην Αλβανία, που η καθημερινότητα στην Ελληνική Κοινότητα στην Αλβανία θα συνεχιστεί με αστάθεια, με έκτροπα, με βίαιες πράξεις.
Βλέποντας την αναβάθμιση και το κύρος της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, βλέποντας την επιμονή για την υλοποίηση των δικαιωμάτων της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, όλος ο κρατικός μηχανισμός, με πρωτεργάτη τις μυστικές υπηρεσίες, άρχισαν να παρακολουθούν, να καταρτίζουν λίστες επικίνδυνων ανθρώπων και να κυκλώνουν με κόκκινο τα ονόματά τους. Όλα αυτά έδειχναν πως προετοιμαζόταν μεγάλο χτύπημα.
Αρκετές φορές η Εθνική Ελληνική Μειονότητα μίλησε και διαμαρτυρήθηκε για την κακοποίηση των πολιτών της από την αστυνομία, έχει ενημερώσει τα αρμόδια όργανα για οργανωμένες ληστείες σε χωριά της Μειονότητας, αλλά η αστυνομία έδειξε αδράνεια. Αυτή διαμαρτυρήθηκε για την απέλαση από το καθήκον όλων των αστυνομικών και όχι μόνο των μειονοτικών αλλά και των ντόπιων Αλβανών και την αντικατάστασή τους με νέους κληρωτούς από το Βορρά της Αλβανίας. Αλλά απάντηση δεν έλαβε, μάλλον διαπιστώθηκαν προκλήσεις και παρακίνηση των εντάσεων και των αντιπαραθέσεων. Με τις πράξεις τους στους Νομούς του Νότου οι δυνάμεις Δημόσιας Τάξης φαίνονταν ότι έστεκαν πάνω απ' τα όργανα της εξουσίας, τους βουλευτές… Με τις παράλογες και σκανδαλώδεις πράξεις οι δυνάμεις Δημόσιας Τάξης έφτασαν να απαγορεύσουν το άνοιγμα των ραδιοφώνων στην ελληνική γλώσσα, ενώ την 25η Μαρτίου 1994, καθώς οι Έλληνες της Αλβανίας ήθελαν να γιορτάσουν την εθνική τους εορτή, δεκάδες αστυνομικές δυνάμεις σκορπίστηκαν παντού και όχι μόνον δεν επέτρεψαν την ύψωση της ελληνικής σημαίας, αλλά ούτε την διεξαγωγή των προγραμματισμένων δραστηριοτήτων για τις οποίες είχαν ενημερωθεί έγκαιρα τα όργανα Δημόσιας Τάξης.
Η κατάσταση στη χώρα συνέχιζε να ήταν οξυμένη, μέχρι να φτάσει η 10η Απριλίου 1994. Στο συνοριακό φυλάκιο της Άνω Επισκοπής δολοφονούνται δύο Αλβανοί συνοριακοί φύλακες. Οι αλβανικές Αρχές κατηγόρησαν ανεπίσημα, μέσω των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ως ηθικό αυτουργό αυτής της ενέργειας την Ελληνική Κυβέρνηση. Η κατηγορία αυτή, όμως, αποδείχθηκε αβάσιμη και η ίδια η αλβανική Κυβέρνηση έπαψε να την επικαλείται. Η κηδεία του δολοφονημένου Αλβανού αξιωματικού μετατρέπεται στο Αργυρόκαστρο σε μέρα πολεμικού μένους και ανοικτών πολεμικών κελευσμάτων κατά της Ελλάδας.
Σ' αυτό το φορτισμένο κλίμα, την 10η Απριλίου, συνέρχεται η Δεύτερη Συνδιάσκεψη της ΟΜΟΝΟΙΑΣ.
Τέσσερις μέρες αργότερα, την 14η Απριλίου 1994 η αλβανική Κυβέρνηση απέλασε από την Αλβανία το Γενικό Πρόξενο της Ελλάδας στο Αργυρόκαστρο , τον κ. Χρήστο Ιακώβου.
Αναφέραμε πώς όλα αυτά έδειχναν πως προετοιμαζόταν ένα μεγάλο χτύπημα. Κι αυτό δεν 'άργησε ναρθεί, με τη «Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου», την 18η Απριλίου 1994. Ένα χτύπημα, που μαζί με τα άλλα έκτροπα, άλλαξαν την ροή του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού.
Βαγγέλης Παπαχρήστος / sfeva.gr