Με την ανάληψη της εξουσίας το 2013 από τον Έντι Ράμα (αρχηγό του Σοσιαλιστικού Κόμματος) αποσαφηνίστηκαν οι αντιλήψεις και οι προθέσεις του σε ό,τι αφορά στις σχέσεις με την Ελλάδα. Εξάλλου, η οικονομική κρίση που ταλαιπωρούσε την Ελλάδα και επέφερε την δύση του πολιτικού άστρου του Γιώργου Παπανδρέου, αποτέλεσε ευκαιρία για τον –γνωστό για την αχαριστία του– Ράμα να απαλλαγεί από οποιασδήποτε ηθική και πολιτική υποχρέωση έναντι του τότε προέδρου του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος του είχε παράσχει μεγάλη βοήθεια.
Ο Γιώργος Παπανδρέου είχε επιδείξει κατανόηση στην πρωτοβουλία του Ράμα για προσφυγή στο Συνταγματικό Δικαστήριο προς ακύρωση της Συμφωνίας για οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στο Ιόνιο, που είχε συμφωνήσει ο προκάτοχος του, Σαλί Μπερίσα, με την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή. Οι εξελίξεις αποδεικνύουν ότι εκείνη η πρωτοβουλία δεν ήταν μια κίνηση με αποκλειστικά μικροπολιτικό κίνητρο. Τα γεγονότα απέδειξαν ότι ο Ράμα είχε επιλέξει μία ατζέντα ρήξης των ελληνοαλβανικών σχέσεων και ταυτόχρονα χειραγώγησης και συχνά καταπίεσης του Ελληνισμού που ζει στην Αλβανία.
Είναι άνευ σημασίας οι τωρινές ανακοινώσεις του για τρίτη θητεία εκλεγέντος πρωθυπουργού της Αλβανίας. Αυτές αφορούν στην σύνθεση του νέου Υπουργικού Συμβουλίου που θα συνεδριάσει επισήμως για τη νέα εντολή, στις 10 Σεπτέμβρη. Στην συνδιάσκεψη του κόμματός του, που στην ουσία λειτουργεί απλά ως ακροατήριο, μοίρασε τους ρόλους στα στελέχη του περιβάλλοντός του. Όλα αυτά αποτελούν μέρος του τυπικού.
Ενός ανδρός αρχή
Στην ουσία, τα ζητήματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής υπόκεινται στις βουλές ενός ανδρός. Αυτό είναι κάτι που ισχύει γενικά, αλλά στην περίπτωση της δικής του διακυβέρνησης στην Αλβανία είναι αποδεδειγμένο ότι ξεπέρασε κάθε όριο. Η ροπή κοινωνιών προς μία δικτατορική διακυβέρνηση με κοινοβουλευτικό μανδύα (η Αλβανία είναι χαρακτηριστική περίπτωση) θα ήταν ζήτημα πολιτικής θεωρίας, εάν δεν είχε πρακτικές επιπτώσεις. Αφορούσαν άμεσα στις σχέσεις των δύο χωρών και λαών. Και το πιο προφανές και ουσιαστικό, εάν δεν σχετίζονταν και με την διαιώνιση της παρουσίας στη γενέθλια γης της βορειοηπειρωτικής κοινότητας.
Ο Ράμα υιοθέτησε εξαρχής ως πρωθυπουργός μία εχθρική στάση προς την Ελλάδα. Το έχει o ίδιος ομολογήσει αργότερα. Το είχε δικαιολογήσει ότι σκοπός του ήταν η επαναφορά των ελληνοαλβανικών σχέσεων στη βάση της αμοιβαιότητας. Αναφορικά με τις θαλάσσιες ζώνες, είχε στην ουσία την αίσθηση ότι το ζήτημα ήταν μονομερούς ελληνικού ενδιαφέροντος και έπρεπε κατά συνέπεια η Αλβανία να αποσπάσει ανταλλάγματα.
Η επιδείνωση που η στάση του προκάλεσε στις διμερείς σχέσεις προκλήθηκε από τον Ράμα με τη βεβαιότητα ότι η Αθήνα δεν θα τον "πλήρωνε" με το ίδιο νόμισμα. Η πεποίθηση αυτή είναι εμπεδωμένη σ' όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα της Αλβανίας. Από την άλλη βέβαια, η στάση του αυτή συνδυαζόταν άριστα με την επιλογή του να αναγάγει σε στρατηγικό εταίρο την Τουρκία. Τόσο η οικονομική κρίση στην οποία περιήλθε η Ελλάδα, όσο και η εκούσια από πλευράς του εγκατάλειψη της ενταξιακής πορείας προς την ΕΕ ως πρώτη προτεραιότητα, τον οδήγησαν στην αγκαλιά του Ερντογάν.
Τα σοφίσματα του Ράμα
Λίγο πολύ αυτά είναι γνωστά και έχουν αναλυθεί επαρκώς. Εκείνο που προκαλεί εντύπωση και ίσως δεν έχει δεόντως επισημανθεί, αφορά στο γεγονός ότι τα πράγματα δείχνουν ότι και η Αθήνα έχει ενδώσει στα σοφίσματα του Ράμα περί αμοιβαιότητας, προκειμένου να παρεμποδίσει την περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων της Αλβανίας με την Τουρκία. Είναι ευκόλως αποδεικτέο ότι η Αθήνα, έχοντας μεγαλύτερη πολιτική εμπειρία και διπλωματική ωριμότητα, δεν είχε παραλείψει να σέβεται τη συμμετρία στις διμερείς σχέσεις με σκοπό την αμοιβαία ωφέλεια, ειδικά μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού.
Ουκ ολίγες φορές υπήρξαν ευκαιρίες για ετεροβαρείς συμφωνίες, αλλά η ελληνική πλευρά το απέφυγε, επειδή ενδιαφερόταν για σταθερές διμερείς σχέσεις και για πολιτική εμπιστοσύνη. Πλην όμως, η στάση της Αθήνας εκλαμβανόταν ως αδυναμία από τα Τίρανα. Εάν κρίνει κανείς από την συχνότητα συναντήσεων των υπουργών Εξωτερικών την περίοδο 2015-19 δημιουργείται η εντύπωση μίας εντατικής συνεργασίας. Όπως αποδείχθηκε, όμως, δεν υπήρξε "καρπός στο κοφίνι". Και αναφερόμαστε σε κοφίνια, διότι από τους τότε υπουργούς Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά και Ντιτμίρ Μπουσάτι είχε προκύψει η "θεωρία των κοφινιών".
Κάθε πλευρά επέλεγε κατά τη βούληση της ένα θέμα και το έβαζε σε ένα από τα τρία καφίνια που είχαν πλέξει οι υπουργοί: ευκόλως επιλύσιμα, μεσαίας δυσκολίας και τα πλέον δύσκολα. Ευκαιρία, βέβαια, ώστε να τροφοδοτείται η προπαγάνδα στα Τίρανα (και όχι μόνο) ότι τίθενται και ζητήματα χωρίς καμία θεμελίωση και άλλα που η Ιστορία ήδη τα είχε λύσει. Δεν τροφοδοτούσαν μόνο την ανθελληνική προπαγάνδα, αλλά και σχήματα και οργανώσεις που, καθοδηγούμενα από την Άγκυρα, επιδιώκουν την ένταση στις σχέσεις Ελλάδας-Αλβανίας.
Ο Ελληνισμός χάνει έδαφος
Εκείνος που ουσιαστικά επωφελούνταν ήταν ο Ράμα, καθώς είχε όλο τον ωφέλιμο πολιτικό χρόνο ώστε να δημιουργεί τετελεσμένα. Η Αθήνα του άφησε, επιδιώκοντας την ολοκλήρωση της συμφωνίας για τις θαλάσσιες ζώνες στο Ιόνιο. Στο πλαίσιο αυτό ανεχόταν και πράξεις της αλβανικής κυβέρνησης που έθιγαν βάναυσα την Εθνική Ελληνική Μειονότητα. Η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου δεν αντέδρασε σχεδόν για την αυθαίρετη διοικητική διαίρεση που είχε στόχο τη Χιμάρα και όχι μόνο.
Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι ο Κοτζιάς βρέθηκε επί τριήμερο στην Κορυτσά, αλλά απέφυγε έστω και μία τυπική συνάντηση με το γηγενές και ιδιαίτερα ενεργό ελληνικό στοιχείο. Παρά την ανοχή και τις υποχωρήσεις εκ μέρους της Αθήνας, η επιδιωκόμενη συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες, αλλά και η συνολική ρύθμιση υπαρκτών και κατά φαντασίωση διμερών προβλημάτων, δεν ήλθε ποτέ.
Επιπροσθέτως, επιδεινώθηκε η θέση της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας και εμπεδώθηκε πολύ περισσότερο η αρνητική αντίληψη για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό στο επίπεδο της αλβανικής κοινής γνώμης. Η διασύνδεση των ζητημάτων της ελληνοαλβανικής ατζέντας με την ευρωπαϊκή πορεία της Αλβανίας αποτελεί περισσότερο άλλοθι, παρά εφαρμοσμένη διπλωματική πρακτική εκ μέρους της Αθήνας.
Στην ίδια γραμμή και ο Δένδιας
Τα πράγματα συνεχίζουν σε ανάλογη τροχιά και με τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση. Η προ έτους σχεδόν επίσκεψη στα Τίρανα του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια, ενώ συνέβαλε στην κατάρριψη αρκετών απ' όσα προσχηματικά η αλβανική πολιτική τάξη επικαλείται για να συντηρεί την εχθρότητα προς την Ελλάδα, δεν φαίνεται να επέφερε ουσιαστική αλλαγή, όπως αποδεικνύουν τα γεγονότα.
Αναγορεύοντας η ελληνική διπλωματία την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών στο Ιόνιο σε ζωτικής σημασίας ζήτημα, έφτασε να αποσιωπά και να παραβλέπει αλβανικές προκλητικές ενέργειες μείζονος ή ελάσσονος σημασίας, που αφορούν στην αντιμετώπιση του γηγενούς βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Ο Ράμα κρύβεται πίσω από το δάκτυλο του ή έτσι νομίζει. Για τους γνωρίζοντες την πραγματικότητα, εάν όντως ήθελε, η ολοκλήρωση του συνυποσχετικού για προσφυγή στη Χάγη, θα ήταν υπόθεση ολίγων εβδομάδων.
Εκείνος όμως κωλυσιεργεί επί χρόνια, αφ' ενός για να εκβιάζει την Ελλάδα, αφ' ετέρου για να παίζει το παιχνίδι της Τουρκίας. Και δυστυχώς η Αθήνα του χαρίζει πλουσιοπάροχα χρόνο! Σε μια στιγμή που φαινόταν να είχαν στενέψει τα περιθώρια γι' αυτόν, με την έννοια ότι έπρεπε να δώσει ξεκάθαρη απάντηση, η μεθόδευση της δολοφονίας του Κωνσταντίνου Κατσίφα λειτούργησε ως διέξοδος για τον Ράμα…
Ορφέας Μπέτσης / slpress.gr