Τον Μάιο του 1920, Ελλάδα και Αλβανία συμφώνησαν να αποδεχτούν τον διακανονισμό για τη χάραξη των συνόρων τους που θα πρότεινε η Πρεσβευτική Διάσκεψη, ένα νεόκοπο όργανο που δημιουργήθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις για την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών μεταξύ κρατών. Έναν χρόνο μετά, συστήνεται μια διεθνής επιτροπή χάραξης των συνόρων, με επικεφαλής τον ιταλό στρατηγό Enrico Tellini. Ως επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας ορίστηκε ο αντισυνταγματάρχης Νότης Μπότσαρης, με καταγωγή από την Ήπειρο.
Αρχικά, η βάση της επιτροπής ήταν Κορυτσά, με την ελληνική πλευρά να εκφράζει ουκ ολίγες φορές τη δυσαρέσκειά της προς το πρόσωπο του Τελλίνι (αρκετοί συγγραφείς αναφέρουν ότι ο ιταλός επικεφαλής τηρούσε μια φιλοαλβανική στάση). Η έδρα μεταφέρθηκε αργότερα στα Γιάννενα, από όπου, εν έτει 1923, θα ξεκινούσε να γράφεται ο πρόλογος μιας ιστορίας που έμελλε να αναδείξει τη διπλωματική απομόνωση της Ελλάδας, την αδυναμία επί της ουσίας της Κοινωνίας των Εθνών να διαμεσολαβήσει και κυρίως τις προθέσεις της φασιστικής Ιταλίας υπό την ηγεσία του Μουσολίνι. Η Ελλάδα, εκείνη την περίοδο, βρισκόταν σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Ήταν εξαντλημένη, σε πολλά επίπεδα, από τη Μικρασιατική Καταστροφή και διχασμένη από την εκτέλεση των έξι στο Γουδή. Τη χώρα κυβερνούσε η Επαναστατική Επιτροπή υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα.
Η ιστορία λοιπόν έμεινε γνωστή ως «επεισόδιο Τελλίνι». Οδήγησε δε στην ιταλική εισβολή στην Κέρκυρα και στον βομβαρδισμό του παλαιού φρουρίου που προκάλεσε τον θάνατο 16 αμάχων στις 31 Αυγούστου του 1923.
26 Αυγούστου 1923: Η επιτροπή χάραξης των ελληνοαλβανικών συνόρων βρισκόταν στα Γιάννενα. Το βράδυ, ο στρατηγός Τελλίνι γιόρτασε τα 56ά γενέθλιά του σε συνεστίαση σε ξενοδοχείο των Ιωαννίνων, έχοντας προσκαλέσει και τα μέλη της επιτροπής. Η ελληνική, η αλβανική και η ιταλική αντιπροσωπεία έδωσαν ραντεβού για τις 9 το πρωί, στο φυλάκιο της Κακαβιάς.
27 Αυγούστου 1923: Στον δρόμο προς Κακαβιά, βρέθηκαν δολοφονημένοι πέντε Ιταλοί, μέλη της επιτροπής: Ο στρατηγός Τελλίνι, ο ταγματάρχης Κόρτι, ο λοχαγός Μπανατσίνι, ο οδηγός στρατιώτης Φαρνέτι και ο Βορειοηπειρώτης διερμηνέας Αθανάσιος Κράβαρης.
Στο ταξίδι αυτό, προπορευόταν το αλβανικό αυτοκίνητο, ακολουθούσε το ιταλικό και τέλος το ελληνικό. Κοντά στο Καλπάκι, το ελληνικό αυτοκίνητο έπαθε μηχανική βλάβη. Η αντιπροσωπεία αναγκάστηκε να σταματήσει την πορεία της για να επιδιορθώσει τη βλάβη.
Το ιταλικό αυτοκίνητο έπεσε σε ενέδρα. Δύο κορμοί που είχαν τοποθετηθεί κάθετα στον δρόμο, ανέκοψαν την πορεία του. Σύμφωνα με το πόρισμα έκθεσης, οι δολοφόνοι βρίσκονταν μέσα στις συστάδες των δέντρων και πυροβολούσαν. Το τέλος και των πέντε ήταν αναπόφευκτο. Ο Τελλίνι προσπάθησε να ξεφύγει όντας χτυπημένος, αλλά οι δολοφόνοι του έριξαν τη χαριστική βολή.
Στον τόπο του εγκλήματος, πρώτο έφτασε το ελληνικό αυτοκίνητο, με τον Μπότσαρη να οργανώνει τις έρευνες για τον εντοπισμό των δραστών.
Στις 27-28 Αυγούστου, οι σοροί των θυμάτων, τοποθετημένες σε μεταλλικά φέρετρα, μεταφέρθηκαν στα Γιάννενα, σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα της Ζωσιμαίας Σχολής.
Και ενώ η ελληνική κυβέρνηση διέταξε άμεσα να γίνει το ανακριτικό έργο και διαβεβαίωνε ότι το έγκλημα δεν θα επηρέαζε τις ελληνοϊταλικές σχέσεις, ο Μουσολίνι δεν περίμενε κανένα πόρισμα, θεωρώντας ότι οι δράστες ήταν Έλληνες. Έσπευσε να επιδώσει στην Επανάσταση του 1922 μέσω του πρεσβευτή του στην Αθήνα Μοντάνια, ένα τελεσίγραφο με προθεσμία 24 ωρών: Απόδοση τιμών στην ιταλική σημαία και στις σορούς των δολοφονημένων, αίτηση συγγνώμης προς την Ιταλία, τέλεση μνημόσυνου παρουσία του υπουργικού συμβουλίου, συμμετοχή του στρατιωτικού ακολούθου της ιταλικής πρεσβείας στις ανακρίσεις, καταδίκη σε θάνατο των ενόχων και καταβολή ως ποινή του ποσού των 50.000.000 λιρεττών.
H ελληνική κυβέρνηση αποδέχτηκε μόνο τρεις από τους όρους και προσπαθούσε να πείσει τον Μουσολίνι ότι οι δολοφόνοι του Τελλίνι δεν ήταν Έλληνες αλλά ληστές αλβανικής καταγωγής.
Στο ενδιάμεσο, η κυβέρνηση όντως προσπαθούσε να βρει τους ενόχους, «επιστρατεύοντας» και έμπειρα στελέχη της Αστυνομίας Πόλεων σε στυγερά εγκλήματα να συνδράμουν τη Χωροφυλακή στο έργο της. Μεταξύ των στελεχών, και ένας Βρετανός, μέλος της Σκότλαντ Γιαρντ, ο Τ. Ριντ (ο Ριντ ήταν μέλος μιας βρετανικής αποστολής στην Ελλάδα που είχε αναλάβει την εκπαίδευση των ελλήνων αστυνομικών), ο οποίος κατέφτασε στα Γιάννενα με την υπόλοιπη ομάδα. Ωστόσο, δεν πρόλαβε να συνεχίσει την έρευνά του, γιατί διατάχθηκε η επιστροφή του στην Αθήνα. Φέρεται ότι αυτή η παρέμβαση έγινε από τον ιταλό πρέσβη στην Αθήνα με το σκεπτικό ότι η Ιταλία δεν ήθελε την εμπλοκή της Μεγάλης Βρετανίας στην υπόθεση.
Στις 31 Αυγούστου, η Κοινωνία των Εθνών κάλεσε την Ελλάδα να ενεργήσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα για τον εντοπισμό των ενόχων. Κι ενώ οι διπλωματικές προσπάθειες συνεχίζονταν για την εκτόνωση της κρίσης, η Ιταλία, την ίδια μέρα, προχώρησε στην κατάληψη και στον κανονιοβολισμό της Κέρκυρας. Η ΚτΕ, μέλος της οποίας ήταν και η Ιταλία, δεν μπόρεσε να χειριστεί την όλη υπόθεση και την παρέπεμψε στην Πρεσβευτική Διάσκεψη, η οποία αποφάσισε να αποδεχτεί το ιταλικό τελεσίγραφο προς την Ελλάδα.
Η Ελλάδα αναγκάστηκε να δεχθεί τους όρους (και την καταβολή των 50 εκατ. λιρετών), με την εθνική περηφάνια βαριά πληγωμένη, Ένας από τους όρους ήταν η σύσταση μιας διεθνούς ανακριτικής επιτροπής με πρόεδρο τον ιάπωνα συνταγματάρχη Σιμπούγια για την εύρεση των ενόχων. Στις 20 Σεπτεμβρίου έγινε και αναπαράσταση του εγκλήματος.
Παρότι η επιτροπή συγκέντρωσε αρκετά στοιχεία που αθώωναν την ελληνική πλευρά, η Πρεσβευτική Διάσκεψη είχε πάρει τις αποφάσεις της. Η Ιταλία έπρεπε να εγκαταλείψει την Κέρκυρα στις 27 Σεπτεμβρίου, ακόμα και αν οι ένοχοι του εγκλήματος δεν είχαν βρεθεί ως τότε. Η Πρεσβευτική Διάσκεψη ήθελε να κλείσει άρον άρον το φάκελο του ελληνοϊταλικού επεισοδίου.
Στις 27 Σεπτεμβρίου η Ιταλία αποχώρησε από την Κέρκυρα.
* Kεντρική φωτογραφία: Από το λεύκωμα «Ιωάννινα 1890-1950» του Ριζάρειου Ιδρύματος, με τη λεζάντα «Η κηδεία του Ενρίκο Τελλίνι, προέδρου της Διεθνούς Επιτροπής Χάραξης των Συνόρων Ελλάδας-Αλβανίας, που δολοφονήθηκε τον Αύγουστο του 1923». Οι σοροί του Τελλίνι και των υπόλοιπων Ιταλών που δολοφονήθηκαν, μεταφέρθηκαν στην Πρέβεζα κι από κει στην Ιταλία.
Βαρβάρα Αγγελή / i-typos.gr