ιΘα θεωρούνταν μάλλον ανέκδοτο πριν από λίγα χρόνια, αλλά είναι πια πραγματικότητα. Η Αλβανία, έχοντας πλέον "εξάγει" τον μισό της πληθυσμό, έχει επείγουσα ανάγκη εργατικού δυναμικού. Το όλο ζήτημα του δημογραφικού και της κοινωνικής διαμόρφωσης στη χώρα αυτή, δείχνει σαν να επιτελείται ένα πείραμα κοινωνικής και ανθρωπολογικής μηχανικής.
Οι επίσημες στατιστικές στην Αλβανία παραδέχονται ότι περισσότεροι από 1,7 εκατομμύρια πολίτες της έχουν εγκαταλείψει μόνιμα τη χώρα. Μπορεί ο απόλυτος αριθμός να μην τρομάζει σε σύγκριση με μετακινήσεις άλλων λαών, υπό διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες και περιόδους, πλην όμως (αναλογικά) πρόκειται για το 40% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Μάλιστα, αυτά τα στοιχεία αφορούν μόνο τις επίσημες στατιστικές.
Στην πραγματικότητα, οι εκτιμήσεις είναι πολύ χειρότερες. Η CIA π.χ. στις επικαιροποιημένες εκτιμήσεις της αναφέρει μόνιμο πληθυσμό στην Αλβανία περίπου 2,6 εκατομμύρια, πράγμα που σημαίνει ότι η διασπορά ξεπερνά τα δύο εκατομμύρια ανθρώπους. Ανεπίσημοι δε φορείς κάνουν λόγο για μόλις δύο-τρία εκατομμύρια μόνιμους κατοίκους.
Εξάλλου, η σχολαστική εξέταση και διασταύρωση του ζητήματος οδηγεί σε απώλεια της ουσίας. Και το ουσιαστικότερο είναι ότι η Αλβανία με τον πιο ενεργό πληθυσμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο μόλις δύο δεκαετίες πριν, έχει μετατραπεί πλέον σε μία προβληματική δημογραφικά χώρα. Διότι είναι προφανές ότι οι πολίτες που έχουν φύγει είναι ηλικίας κάτω του ορίου συνταξιοδότησης και δεν αφορά κατηγορίες πολιτών που χρίζουν κοινωνικής υποστήριξης.
Πολιτικοποίηση του θέματοςΩς το πλέον ενδεικτικό παράδειγμα, ας αναφερθεί το γεγονός ότι απ' το 2011 έως το 2021 ο αριθμός αποφοίτων των Λυκείων έχει υποστεί μείωση τουλάχιστον κατά το ήμισυ. Παράλληλα, με την αποχώρηση μεγάλου αριθμού Αλβανών πολιτών στο εξωτερικό, παρατηρείται η εσωτερική μετεγκατάσταση προς την πρωτεύουσα, με αποτέλεσμα η ύπαιθρος να έχει ήδη ερημώσει, όχι μόνο στα χωριά, αλλά και σε επαρχιακές πόλεις. Εσχάτως το ζήτημα αρχίζει να απασχολεί και την πολιτική αντιπαράθεση.
Ο πιο ευαισθητοποιημένος με το ζήτημα φαίνεται να είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Τοποθετούμενος στο προς συζήτηση νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την απόκτηση αλβανικής ιθαγένειας, ο Πρόεδρος επικαλείται στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας για να επισημάνει πόσο αφύσικη είναι σε σύγκριση με όλη την υπόλοιπη ήπειρο η μετανάστευση των πολιτών της Αλβανίας. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο πρόεδρος αφήνει να υπονοηθεί ότι πρόκειται για σκόπιμη πολιτική.
Η διευκόλυνση της διαδικασίας κτήσης ιθαγενείας δεν αποσκοπεί παρά στην μαζική ανασύνθεση της κοινωνίας με εισαγόμενο ανθρώπινο δυναμικό. Αναλύοντας το φαινόμενο, οι ειδικοί αναφέρουν ότι βασικός λόγος που οι πολίτες της εγκαταλείπουν την Αλβανία είναι τα ιδιαίτερα χαμηλά εισοδήματα και η απαισιοδοξία τους για τις μελλοντικές προοπτικές.
Η πολιτική για το εργατικό δυναμικό
Σε απόλυτους αριθμούς τα ανήλικα παιδιά από την Αλβανία που αιτήθηκαν άσυλο στην ΕΕ, ακόμη και το 2020 που ελέω Covid-19 ήταν μια χρονιά περιορισμένης κινητικότητας και ελέγχου στα σύνορα, είναι κάτι τι λιγότερα από αυτά από τη Ρωσία, την ώρα που οι πληθυσμοί είναι σε αναλογία 1 προς 50. Όλα αυτά σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασύλου. Σε ό,τι δε αφορά την πρόθεση να εγκαταλείψουν τη χώρα τους για να μετεγκατασταθούν στην ΕΕ, οι Αλβανοί πολίτες έρχονται τρίτοι διεθνώς μετά τους Σύριους και τους πολίτες της Σρι Λάνκα.
Ωστόσο, οι επιχειρήσεις, ιδιαίτερα εκείνες που δραστηριοποιούνται στον χώρο του φασόν, της οικοδομής, του τουρισμού κ.α. αισθάνονται ήδη την "δίψα" για εργατικό δυναμικό. Υπάρχει βέβαια προσφορά, αλλά προφανώς αφορά σε πολύ χαμηλής εξειδίκευσης προσωπικό και βέβαια χαμηλότερων αποδοχών από τη μισθοδοτική κλίμακα των Αλβανών. Ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα, κατά τη διάρκεια προεκλογικής εκδήλωσης, είχε προτείνει μεταξύ αστείου και σοβαρού σε επιχειρηματία να πάρει για τη βιοτεχνία του στον τομέα της έτοιμης ένδυσης, εργάτες από το Μπαγκλαντές!
Όντως εκεί οδηγούνται τα πράγματα. Με αποτέλεσμα βέβαια να δημιουργηθεί μία μόνιμη διπολική κατάσταση: οι χαμηλοί μισθοί να διώχνουν το εντόπιο ανθρώπινο δυναμικό και η χώρα να μετατρέπεται σταδιακά σε χώρο διαβίωσης ανθρώπων, χωρίς απαιτήσεις και σε κράτος κοινωνικής εξαθλίωσης.
Η ευκολία με την οποία η πολιτική τάξη της Αλβανίας αποδέχεται πληθυσμιακές μεταγγίσεις με ιδιαίτερα επικίνδυνα χαρακτηριστικά, όπως των Ιρανών Μουτζαχεντίν του Λαού ή τώρα των Αφγανών που συνεργάστηκαν με τους Αμερικανούς, δεν σχετίζεται απλά με την κάλυψη του δημογραφικού κενού και της ανάγκης για εργάτες. Μάλλον καταδεικνύει την εκούσια συμμετοχή της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης σε ανεύθυνους σχεδιασμούς δημιουργίας απρόσωπων κοινωνιών.
Το αλβανικό μοντέλο προς εξαγωγή;
Το ζήτημα αποτελεί άμεσου ενδιαφέροντος και για την Αθήνα και ο λόγος δεν είναι μόνο το ότι η Αλβανία γειτνιάζει με την Ελλάδα. Ούτε μόνο το ότι στην Αλβανία, στις πατρογονικές της εστίες ζει η ευάριθμη Εθνική Ελληνική Μειονότητα, καθώς και το φυσικό της περίβλημα, η Ορθόδοξη Κοινότητα. Με μαθηματική ακρίβεια η μακροπρόθεσμη εγκατάσταση νέων πληθυσμών θα δημιουργήσει και τη νέα φυσιογνωμία μεταναστευτικών ρευμάτων. Εκ των πραγμάτων για τις προαναφερθείσες μειονότητες, η αθέμιτη αλλοίωση του δημογραφικού περιβάλλοντος αποτελεί αρνητικό παράγοντα.
Πέραν τούτων όμως και πιο ουσιαστικό είναι το γεγονός ότι η Αλβανία και κατ' επέκταση το Κόσσοβο αλλά και άλλες μη φυσικές κρατικές οντότητες της περιοχής, μετατρέπονται σε χώρους πειραμάτων, που δύναται να εφαρμοστούν και σε κράτη-μέλη της ΕΕ. Οι οικονομικές πολιτικές –συρρίκνωση αποδοχών και έλλειψη κινήτρων επαγγελματικής ανέλιξης– οδηγούν σε μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών. Στην ουσία φαίνεται ότι το μοντέλο προβλέπει όχι κράτη, λαούς και έθνη, αλλά ζώνες οικονομικού επιπέδου.
Η περίπτωση της Αλβανίας είναι ενδεικτική. Ενώ θεωρούταν κατά δεκαετία του 1990 πρόβλημα για την Ιταλία και την Ελλάδα ως προς την "εξαγωγή" ανθρώπινου δυναμικού χωρίς τις νόμιμες προϋποθέσεις, τώρα μπορεί να απειλήσει και λόγω του δημογραφικού της κενού. Η δημογραφική διάβρωση έχει πολλές εκφάνσεις και λόγους που την προκαλούν. Αντιστοίχως ποικίλουν και οι συνέπειες. Η Αλβανία όμως στο παρελθόν γνώρισε ανάλογη διάβρωση. Τουλάχιστον πέντε αιώνες πριν, όταν ο χώρος κατακτιόταν απ' τους Οθωμανούς…
Ορφέας Μπέτσης / slpress.gr