Ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού ήταν η Σφαγή της Γλύνας στις 2 Αυγούστου 1943 . Ο Γιώργος Γκίκας ως αυτόπτης μάρτυρας θυμάται:

Το τάγμα των Ιταλών, που έδρευε στους Γεωργουτσάτες , κύκλωσε το χωριό μας. Στους Μπαξέδες, στην Κούλα, στον Άη Γιώργη, στη Μικρή και Μεγάλη Ράχη, οι Ιταλοί οπλισμένοι με όλα τα μέσα ήταν έτοιμοι για δράση. Περίμενα τους φίλους τους και συμμάχους, τους μπαλίστες. Αυτόν τον καιρό το χωριό ήταν έτοιμο ν' απολαύσει την μπόλικη σοδιά. Τα αλώνια ήταν γεμάτα. Τα χαράματα μια ριπή πολυβόλου χάλασε την ησυχία. Οι Ιταλοί είχαν σκοτώσει τον Κώστα Μπακούλα, οικογενειάρχη με 6 μικρά. Μερικοί Ιταλοί μπαίνουν σε μερικά σπίτια και τους προειδοποιούν να κρυφτούν γιατί θα τους σκοτώσουν οι Αλβανοί.

Αλήθεια. Στο Ντούλι φάνηκαν οι Μπαλίστες. Έρχονταν από το Λιμπόχοβο, που είχαν δείξει την βαρβαρότητα και αγριότητα τους. Εκεί σκότωσαν τον Αχιλλέα Γραμματικό.

Στο χωριό αρχίζει η πρώτη θηριωδία. Καίνε το μαγαζί του Βαγγέλη Καραδήμου, αφού πρώτα άρπαξαν τα πάντα απ' αυτό. Χύθηκαν μετά στα σπίτια με τη σειρά και άρπαζαν ότι το καλύτερο έβρισκαν. Μαζί με αυτά και τους άντρες και παιδιά από 16 χρονών, όπως τον Κώστα Λέκκα και τους αξέχαστους Βασίλη Αναγνώστη και Βασίλη Σιλλεκότη. Οι δυο τους ήταν εθελοντές του Ελληνικού Στρατού το 1940 και υπηρετούσαν στο 39 Σύνταγμα του Παυσανία Κατσότα. Τυρράνησαν βάναυσα τον 65χρονο Χαράλαμπο Μπατζέλη, ο οποίος ήταν αντάρτης του Κολοβού και του Πουτέτση και είχε πολεμήσει στο πλευρό του Παύλου Μελά. Όλους τους συγκεντρώσανε στο Ντούλι. Στο χωριό όλοι κλέγανε.

Ο θείος μου είχε ένα μπακάλικο και αγωγιάτης του ήταν ο Ντιλαβέρ Κατσούκι από το Λιμπόχοβο, ο οποίος έστησε έξω από το σπίτι ένα οπλοπολυβόλο και του ζήτησε χρήματα για του γλιτώσει το μοναχογιό, που τώρα ζει στην Αμερική. Ο θείος μου του δίνει 50 χρυσά και 150 ναπολόνια του τότε καιρού. Του είπε ακόμα ο θείος να γλιτώσει και τον ανηψιό του, σακάτης και ορφανός. Ποτέ δεν σκέφτηκε ο κακομοίρηςτην τραγωδία που θα γινόταν. Σε αυτή τη φάκα έπεσα κι εγώ. Όταν πήγα να κλείσω την πόρτα με πιάνει ο Σεφκέτ Μπέκο και με πήγε εκεί που ήταν και οι άλλοι. Ο μακαρίτης ο μπαρμπά Λάμπης, βλέποντας την καταστροφή στο χωριό όπου ήταν και ο μοναχογιός του Βαγγέλης, έτρεξε να τον σώσει. Ο Σεφκέτ τον χτύπησε με το κοντάκι του όπλου στο κεφάλι. Το πρόσωπο του γέμισε αίματα. Τον πήγαν στο λάκκο, τον βασάνισαν ώσπου πέθανε.

Στην τοποθεσία Ντούλι συγκέντρωσαν γύρω στους 35 άντρες. Άφησαν ελεύθερους 5-6 γερόντους, όπως τον Λάμπη Μπακούλα, Χρήστο Σκόπη, Θανάση Γκίκα κ.α. Τους υπόλοιπους τους οδήγησαν στο σφαγείο. Στο δρόμο μας έβριζαν «Βρωμοέλληνες, θα δείτε την Ελλάδα όταν θα δείτε το αυτί σας». Στην Βραχογοραντζή χτύπησαν άσχημα τον Χρήστο Καραδήμα.

Η εκτέλεση θα γινόταν σε έναν λάκκο ανάμεσα Γοραντζής και Νεπράβιστας. Δεν μπορώ να περιγράψω τη θηριωδία τους. Είχαν στήσει τρία πολυβόλα και άλλοι εκατό με τα όπλα στο χέρι ήταν στραμμένοι προς εμάς. Από το λάκκο οι φωνές ακούγονταν μέχρι τον ουρανό. Εγώ ήμουν ζωντανός – νεκρός. Ποτέ δεν περίμενα να δω ένα τέτοιο φρικτό έγκλημα.

Με γλίτωσε από το σίγουρο θάνατο ο Ντίλιος. Με άρπαξε και με έβγαλε 100 μέτρα πιο πέρα. Ρίχτηκα σε ένα ύψωμα. Στα βράχια κρύβονταν πολλές γυναίκες που παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα. Τους είπα τι συναίβει και λιποθύμησα. Οι γυναίκες άρχισαν να τραβούν τα μαλλιά τους. Ακούστηκαν ριπές. Τους είχαν σκοτώσει όλους. Μαύρα δάκρυα κύλησαν στα μάγουλα όλων μας.

Οι εγκληματίες αφού έκαναν την εκτέλεση στην Νεπράβιστα, τους έκαναν τραπέζι ο Φεχμί Κούλα, ο Σελάμ Μίνο και η παρέα τους. Αφού έφαγαν και ήπιαν, γύρισαν στα θύματα τους και τους έσπαγαν τα κεφάλια με τις πέτρες, όπως ο Σεφκέτ Μπέκο και ο Φετά Τσένι.

Στη 1 Αυγούστου η νύφη μας Αθηνά Γκίκα – Καζάκη ήταν στα πατρικά της. Την Δευτέρα 2 Αυγούστου ήταν με τον 6χρονο γιο της, το Νίκο, γύριζε στο σπίτι της στη Γλύνα. Στη θέση Γκιάστα, ανάμεσα Βραχογοραντζής και Νεπράβιστας σ' ένα χαντάκι ήταν ο Ισούφ Νεπράβιστα με δυο ανήψια του Νεπραβιστινούς. Την φώναξαν να πάει κοντά τους. «Δεν θα πας στη Γλύνα σήμερα γιατί θα γίνει μεγάλο κακό» της είπε ο Ισούφ. Αυτή του είπε πως θα πήγαινε γιατί ήταν εκεί ο άντρας της. Τότε ο Ισούφ της ξαναλέγει : «Θα πας. Αν όμως πεις κάτι θα ρθω το βράδυ στο σπίτι και θα σε σκοτώσω, εσένα και τα παιδιά σου».

Στις 5 Αυγούστου 1943 μας κάλεσαν σε συγκέντρωση στο Ορεινό. Ήταν Έλληνες της Πανηπειρωτικής. Τους συνόδευε ο Αλέκος Τσάτης και ο Αλέξης Γιάνναρης. Ενώ οι δικοί μας κλαίγανε, αυτοί χλεύαζαν.

Γιώργος Γκίκας - Αυτόπτης μάρτυρας

ΛΑΪΚΟ ΒΗΜΑ 27-07-2006