Ανεβαίνουν οι τόνοι στην Αλβανία για την διαπραγματευτική γραμμή που πρέπει να ακολουθήσουν τα Τίρανα, στην διαδικασία της προσφυγής της Ελλάδας και της Αλβανίας στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης, προκειμένου να λυθεί, μεταξύ των άλλων, το θέμα της υφαλοκρηπίδας - ΑΟΖ των δύο χωρών στο Ιόνιο.

Το τελευταίο διάστημα γίνονται συντονισμένες παρεμβάσεις, ως επί το πλείστον από πολιτικούς χώρους, ΜΜΕ και προσωπικότητες, με παρόμοια επιχειρηματολογία κατά της πρόθεσης της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά ύδατά της στο Ιόνιο, από τα 6 ναυτικά μίλια στα 12, καθώς και κατά της απόδοσης απόλυτης επήρειας ακόμα και στα μεγάλα ελληνικά νησιά του Πελάγους, όπως στην Κέρκυρα.

Προ ημερών την εμφάνισή της έκανε στα Τίρανα μια πρωτοβουλία από καθηγητές Πανεπιστημίου, εμπειρογνώμονες για το δίκαιο της θάλασσας, περιβαλλοντολόγους, κ.α., οι οποίοι κατήγγειλαν την Ελλάδα. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και μερίδα του αλβανικού Τύπου.

Τα χωρικά ύδατα

Ενδεικτικό είναι πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας, «Γκαζέττα Σιπτάρε», με τίτλο μάλιστα «Τα θαλάσσια αλβανο-ελληνικά σύνορα ήδη υφίστανται».

Το δημοσίευμα εστιάζει σε δύο σημεία:

1.Στην -εξαγγελθείσα από τον Έλληνα πρωθυπουργό- πρόθεση της Αθήνας να επεκτείνει τα ελληνικά χωρικά ύδατα στο Ιόνιο.

«Μετά την ακύρωση της αλβανο-ελληνικής συμφωνίας του 2009 -αναφέρεται στο δημοσίευμα- τελευταία η Ελλάδα αποφάσισε να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο Ιόνιο, από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια.

Η Ελλάδα φυσικά έχει αυτό δικαίωμα. Εξίσου, όμως, δικαίωμα έχουν και τα άλλα κράτη να μην αποδεχθούν την επέκταση, εφόσον τα συμφέροντά τους θίγονται από αυτήν.

Η Ελλάδα, από το 1936, είχε ανακηρύξει τα χωρικά ύδατά της στα 6 ν.μ.. Η Αλβανία το είχε αποδεχθεί. Όπως και η Ελλάδα είχε αποδεχθεί την επέκταση των αλβανικών χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ.. Γιατί, λοιπόν, τώρα θυμήθηκε η Ελλάδα να επεκταθεί στα 12 μίλια;»

Παρ' ότι, βέβαια, στο ίδιο το δημοσίευμα γίνεται η παραδοχή ότι η Αλβανία έχει εδώ και δεκαετίες επεκτείνει τα χωρικά ύδατά της στο Ιόνιο στα 12 ναυτικά μίλια, είναι εμφανές ότι ορισμένοι κύκλοι στα Τίρανα ζητούν να μην ασκήσει η Ελλάδα αυτό το δικαίωμά της που απορρέει από το διεθνές Δίκαιο.

Το ίδιο, δηλαδή, που ζητάει και η Τουρκία για το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, απειλώντας μάλιστα με casus belli (αιτία πολέμου).

Ως γνωστόν, βέβαια, η Άγκυρα ασκεί ιδιαίτερα μεγάλη επιρροή σε ορισμένους πολιτικούς και άλλους κύκλους στα Τίρανα.

Ουσιαστικά, όμως, όσοι διατείνονται ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να επεκτείνει τα χωρικά ύδατά της στο Ιόνιο, επικαλούνται την αντίστοιχη ελληνο-ιταλική συμφωνία οριοθέτησης της ΑΟΖ των δύο χωρών, η οποία υπογράφτηκε, χωρίς προηγουμένως να έχει επεκτείνει τα χωρικά ύδατά της η Ελλάδα.

Κοντολογίς, το ίδιο ζητούν και στην περίπτωση μιας ελληνο-αλβανικής προσφυγής στη Χάγη. Να μην έχει επεκτείνει προηγουμένως η Ελλάδα τα χωρικά ύδατα της στο Ιόνιο, στα 12 ν.μ.

Επήρεια ελληνικών νησιών στο Ιόνιο

2.Στην επήρεια που πρέπει να έχουν τα ελληνικά νησιά στο Ιόνιο, εφόσον Αθήνα και Τίρανα συμφωνήσουν σε συνυποσχετικό.

Είναι εμφανές ότι η τάση στα Τίρανα που δεν επιθυμεί την προσέγγιση Ελλάδας και Αλβανίας, θέλει η διαπραγματευτική γραμμή της γείτονος απέναντι στην Αθήνα να είναι σκληρή.

Ειδικότερα, γράφει η εφημερίδα, «Γκαζέττα Σιπτάρε»:

«Ως προς τα νησιά Οθωνοί, Λαζαρέτο, Ερεικούσσα, αλλά και στην ίδια την Κέρκυρα, σε αυτά δεν θα πρέπει να αποδοθεί πλήρης επήρεια.

Για τους Οθωνούς και την Ερεικούσσα έχουμε το παράδειγμα της Συμφωνίας Ελλάδας – Ιταλίας, η οποία δεν τους δίνει πλήρη επήρεια».

Και πάλι γίνεται επίκληση στην ελληνο-ιταλική συμφωνία για την ΑΟΖ, όπου πράγματι σε κάποια ελληνικά νησιά αποδόθηκε μειωμένη επήρεια.

Κάτι που, όπως φαίνεται, σπεύδουν να εκμεταλλευτούν όσοι εναντιώνονται στην προσέγγιση Ελλάδας - Αλβανίας.

Ελληνο-τουρκικά

Αναμφισβήτητα, το σημαντικό φιλοτουρκικό λόμπυ, το οποίο υπάρχει στην Αλβανία, ενδιαφέρεται να οδηγηθούν σε αδιέξοδο οι ελληνο-αλβανικές συνομιλίες.

Το ίδιο, όπως αναφέρουν διπλωματικοί κύκλοι, είχε πράξει το 2009, όταν επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή είχε υπογραφεί συμφωνία με τον τότε πρωθυπουργό, Σαλί Μπερίσα, για την ΑΟΖ.

Όπως και το 2018, όταν είχε σχεδόν ολοκληρωθεί μια νέα συμφωνία για τη συνολική διευθέτηση πακέτο των ελληνο-αλβανικών προβλημάτων.

Η Άγκυρα, κατά τις ίδιες εκτιμήσεις, σαμπόταρε τις συμφωνίες, τόσο επειδή επεδίωκε να διατηρηθούν ανοικτά τα προβλήματα στις σχέσεις Ελλάδας - Αλβανίας, όσο και να μην προχωρήσουν διευθετήσεις, ειδικά για τις θαλάσσιες περιοχές, τις οποίες θα μπορούσε να επικαλεστεί η Αθήνα στην περίπτωση έναρξης ενός ελληνο-τουρκικού διαλόγου για την επίλυση του θέματος της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.

Γι' αυτό, άλλωστε, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, χειροκρότησε την ελληνο-ιταλική συμφωνία, όταν διαπίστωσε ότι ελληνικά νησιά πήραν μειωμένη επήρεια. Κάτι που, πιθανότατα, η τουρκική πλευρά, θα επικαλεστεί στην περίπτωση του Αιγαίου και της Α.Μεσογείου, εφόσον ξεκινήσει ελληνοτουρκικός διάλογος.

Όλα δείχνουν, λοιπόν, ότι σε αυτή την ίδια "λογική" της μη επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων και της μειωμένης επήρειας των ελληνικών νησιών, κινείται και εκείνη η τάση στα Τίρανα που δεν θέλει τη διευθέτηση των ελληνο-αλβανικών διαφορών.

Και δεν πρόκειται για τάση που υπάρχει μόνον στην αντιπολίτευση, αλλά και στο κυβερνών κόμμα, κ.ο.κ.

Εξάλλου, το 2009, την τότε συμφωνία σαμπόταρε ο Εντι Ράμα. Ο σημερινός πρωθυπουργός, τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος.

Αντίθετα, ήταν ο Σαλί Μπερίσα, τότε πρωθυπουργός και αρχηγός του δεξιού Δημοκρατικού κόμματος, που υπέγραψε τη συμφωνία με τον Κώστα Καραμανλή.

Η Ελλάδα, βέβαια, τότε έδινε ως «αντάλλαγμα» έναντι της συμφωνίας, το πράσινο φως της για την είσοδο της Αλβανίας στο ΝΑΤΟ.

Ωστόσο, το μείζον πρόβλημα με τη συμφωνία του 2009 ήταν ότι η Αλβανία δεν τήρησε την υπογραφή της. Έτσι, η συμφωνία διευθέτησης της ΑΟΖ καταρρίφθηκε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της γείτονος, όπου είχαν προσφύγει -με την κάλυψη Ράμα- οι πολέμιοί της. Και, βέβαια, δεν πέρασε από την αλβανική Βουλή για να ψηφιστεί, ως όφειλε να κάνει η αλβανική κυβέρνηση.

Ακόμα χειρότερα. Η συμφωνία δεν κατατέθηκε ούτε στην ελληνική Βουλή για να ψηφιστεί. Κάτι, για το οποίο φέρουν μεγάλες ευθύνες οι τότε ελληνικές κυβερνήσεις.

Έτσι, σήμερα, όπως και τα προηγούμενα χρόνια εξάλλου, η Ελλάδα δυσκολεύεται να καταγγείλει την Αλβανία στους διεθνείς Οργανισμούς για αθέτηση μιας διεθνούς συμφωνίας. Κάτι που αποτελεί βαρύτατο ολίσθημα, σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες. 

Γράφει ο Θανάσης Αργυράκης

πηγή: lawandorder.gr